Sunday, June 28, 2009

Weekends










Από όλες τις πολίχνες και οικισμούς παράνομους και νόμιμους της Αττικής με τα εξοχικά και την ζωώδη ανάγκη για θάλασσα και λίγο άπλα των ανθρώπων της, αγαπώ περισσότερο το Λαύριο μέχρι το Σούνιο και μέσα το έρημο εθνικό πάρκο με τα αρχαία μεταλλεία, τις αμέτρητες κόγχες παραλίας σε όλη τη διαδρομή, τα βιομηχανικά κτίρια των αρχών του 20αιώνα τότε που το Λαύριο ηταν βιομηχανικό λιμάνι, τα παλιά καλοφτιαγμένα κτίρια της ώχρας που όμοια τους δεν υπάρχουν σε καμμιά άλλη πόλη της Αττικής, την ευρυχωρία της περιοχής, τα ωραία μεζεδάδικα, τον εργατικό ορίτζιναλ χαρακτήρα της, το λιμάνι που είναι ευρύχωρο χωρίς βαβούρα, μα πάνω απόλα μ αρέσει το φως, εκεί μετά τις 8 που όλα, ναός, κτίρια, δρόμοι αναδεικνύονται μέσα στην ωχροκίτρινη απλότητα τους.

Sunday, June 21, 2009

Κυριακή στο μουσείο.


Το νέο μουσείο είναι αέρινο και ελαφρύ παρόλο το εξωτερικό του μέγεθος. Στο εσωτερικό του επικρατεί μια αίσθηση ενός υπαινικτικού κενού μέσα στο οποίο πρέπει να χωρέσουν εκτός από αγάλματα, κείμενα, πωλητήρια και καφέ μια ολόκληρη ηθική και μια κληρονομιά.


Με συγκίνησε περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο μουσείο έχω δει. Φυσικά επειδή είμαι Έλληνας. Εκτός από αυτό υπάρχει όμως στη φιλοσοφία της δημιουργίας του η λετουργία της τεράστιας εντυπωσιακής κατασκευής που τόσο έχει κατηγορηθεί, η οποία όταν βρίσκεσαι μέσα μεταλάσσεται σε μια αιώρηση στο χρόνο και στις ιδέες και στην αισθητική. Σαν να σαι στο αμνιακό υγρό του αρχαίου πολιτισμού μέσα. Ο θόρυβος εξαλείφεται, και μόνος σου με ήπιο φως και δυνατό κλιματισμό συνομιλείς με μάρμαρα. Είναι ένα εμβληματικό κτίριο το οποίο πέρα από την ομορφιά των εκθεμάτων του, είναι και το πιο δυνατό σχόλιο για τη σημασία της αρχιτεκτονικής στην δημόσια ζωή. Είναι μια νέα πρόταση του να υπάρχουμε σε δημόσιο χώρο στην Ελλάδα όπου οι αποθήκες γίνονται τουαλέτες, και τα μπαλκόνια ημιυπαίθριοι και τα πεζοδρόμια stands πωλήσεων και parking. Είναι ένα κτίριο παγκόσμιο. Είναι ένα hot tip, και χρειαζόμαστε κάτι τέτοιο να πάρουμε λίγο τα πάνω μας ομαδικά. Έχει πέσει τόση μιζέρια τα τελευταία χρόνια.


Και η ανοιχτή θέα από την πάνω αίθουσα του Παρθενώνα που στέκεται ασύμμετρα σαν κύβος του Ρούμπικ πάνω στην πρώτη είναι η θέα που επιθυμεί ο κάθε άνθρωπος που ζει σε μια μεγάλη πόλη. Για τις θέες τρέχουμε οι άνθρωποι στη Μονμάρτη, ανεβαίνουμε το Βατικανό, το πύργο τηλεπικοινωνιών στο Βερολίνο. Κατά εκατομμύρια κάθε χρόνο.


Το μουσείο βάζει την Ελλάδα στο χάρτη τον ταξιδιωτικό όπως κάθε σημαντικό μουσείο μας ανάγκαζε για χρόνια να οργανώνουμε ταξίδια για να το δούμε. Όχι μόνο για τη θεματική του αλλά και για το κτίριο του. Γιατί είναι σύμβολο, εγκιβωτίζει μια αισθητική, το επιπλέον, το υστέρημα θετικής ενέργειας μιας πόλης, μιας χώρας. Και δεν πειράζει που το εγκαινίασε ο Σαμαράς. Τώρα ανήκει σε όλους.


Και μετά τα εκθέματα, μιλούν από μόνα τους, όχι ιδιαίτερα πολλά αλλά τόσο μεγάλης αξίας, όσα πρέπει, ασύλληπτης ποιότητας, τεχνικής, ομορφιάς, έκφρασης. Είναι ένα μουσείο ηδονής. Με φως φυσικό, με σώματα γυμνά, με μάχες, με μύθους. Πόσοι πραγματικά έχουν έρθει σε επαφή με αυτήν την ομορφιά, εκτός από αρχαιολόγους και φοιτητές καλών τεχνών που μελετούν για χρόνια πάνω στα αντίγραφα των αγαλμάτων, σε όλον τον κόσμο.


Άρα το μουσείο αυτό πετυχαίνει και στον πιο σημαντικό στόχο ενός πολιτιστικού φορέα που είναι να ερεθίσει την περιέργεια των ανθρώπων ώστε μέσα από τη χαρά του βλέμματος, να θελήσουν να μάθουν περισσότερα. Να συνηθίσει το μάτι να ζητάει την ομορφιά.

Το προσωπικό ευγενέστατο, με όρεξη να εξηγήσει πράγματα. Το πωλητήριο το καλύτερο που υπάρχει στην Ελλάδα, με ποικιλία από βιβλία και αναμνηστικά που μόνο σε μουσεία του εξωτερικού έχουμε δει. Για παιδάκια, για τουρίστες, για καθιστικά και σπίτια, για σκληροπυρηνικούς της αρχαιολογίας.


Αυτή τη φορά όλα προίδεάζουν για το πιο πετυχημένο εγχείρημα προώθησης του εγχώριου πολιτισμού των τελευταίων δεκαετιών. Μια κίνηση εντόπια, με ακτινοβολία που θα δημιουργήσει νέο ενδιαφέρον σε χιλιάδες ανθρώπους που θα περάσουν από τη γειτονιά αυτη του κόσμου.


Βλέποντας από ψηλά αυτή τη θαυμάσια αναγεννημένη γειτονιά του Μακρυγιάννη, απομονώνει κανείς για λίγο τις δυσάρεστες εικόνες αυτού του αστικού τέρατος, και τις αντικαθιστά με εικόνες ευζωίας και ήρεμης ποιότητας ζωής. Όχι διαφημηστικού τύπου και lifestyle, αλλά όπως θα έπρεπε ίσως να είναι για κάθε ευρωπαϊκή πόλη, λίγη άπλα, λίγο πράσινο παραπάνω, λίγο ποδήλατο, λίγα όμορφα μπαλκόνια και πάνω απ'όλα περισσότερος σεβασμός του ιδιώτη στο δημόσιο χώρο. Το μουσείο αυτό ανεβάζει πρόσκαιρα τα όνειρα μας για τη ζωή σ'αυτή την πόλη. Μακάρι η ευφορία του να κρατήσει για καιρό..

Thursday, June 18, 2009

For a book.

Διαβάζοντας το βιβλίο "Henri Matisse, Γραπτά και ρήσεις για την τέχνη" (εκδ. νεφέλη) ήμουν με ένα μολύβι ανά χείρας γιατί παντού ξεπηδούσαν φράσεις που μου φαινόντουσαν σημαντικές αλλά και ιδιαιτέρως χαλαρωτικές και παρηγορητικές, σαν να υπάρχει μια μυστική ροή σε όλα τα πράγματα που συμβαίνουν, και να παρακολουθείς ένα σοφό ζωγράφο μέσα από τη δουλειά του να παρασύρεται συνεχώς από το ρεύμα το ίδιο της ζωής, ένα νεράκι που τρέχει και να ξεπερνάει τα σύνορα, της τέχνης, της επιστήμης, τις ταμπέλες, και στέκεται δίπλα στον καθένα. Ιδού λίγες από τις ατάκες του ανθρώπου που (χωρίς να είναι πάντα χαρούμενος) έκανε την πιο χαρούμενη ζωγραφική του 20ου αιώνα.
(Osho, Βαμβουνάκη και Γιάλομ προσοχή :))

Κάποιος του είπε ότι ενστικτωδώς προχωρούσε από το συγκεκριμένο στο αφηρημένο, εκείνος του απάντησε: " Αυτό σημαίνει πως ακολουθώ το συναίσθημα μου, ότι κατευθύνομαι προς την έκσταση. Κι ύστερα βρίσκω εκεί την ηρεμία."

"Δε θέλω να προκαλώ ανησυχία. Είναι προφανές. Πιστεύω ότι ο ρόλος μου είναι να προσφέρω χαλάρωση. Διότι κ γω έχω μεγάλη ανάγκη από χαλάρωση."

"Ανακάλυψα λίγο λίγο το μυστικό της τέχνης μου. Συνίσταται σε έναν ρεμβασμό που βασίζεται στην παρατήρηση της φύσης, στην έκφραση ενός ονείρου που υπαγορεύεται από την πραγματικότητα."

"Δεν μπορεί κανείς να ζήσει σε ένα απόλυτα νοικοκυρεμένο περιβάλλον, σε ένα περιβάλλον που θυμίζει θείες από επαρχία. Έτσι, παίρνει το καπελάκι του και φεύγει, αναζητώντας απλούστερα μέσα, τα οποία δεν δεσμεύουν το μυαλό."

"Στην Ταϊτή κυριεύει τους πάντες εκεί κάτω αυτή η ατμόσφαιρα της απραξίας. Η οκνηρία είναι πιο δυνατή απ΄όλα. Σε αυτήν οφείλεται τούτη η αξιαγάπητη ανυπαρξία ηθικών φραγμών που διακρίνει τα ήθη των ιθαγενών, και η οποία σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα οδηγεί στην εξαχρείωση."

"Εκείνο που θεωρείται τόλμη δεν είναι παρά η δυσκολία κάποιου να κάνει κάτι συγκεκριμένο. Γι'αυτό, ελευθερία στην πραγματικότητα είναι η αδυναμία να ακολουθήσει κάποιος το δρόμο που ακολουθούν όλοι οι υπόλοιποι. Ελευθερία σημαίνει να ακολουθεί κάποιος το δρόμο που του υποδυκνύουν τα προτερήματα του."

"Το μίσος, η μνησικακία και η εκδικητικότητα αποτελούν τμήμα μιας αποσκεύης την οποία ο καλλιτέχνης δεν μπορεί να επωμιστεί. Η πορεία που πρέπει να ακολουθήσει είναι αρκετά δύσκολη, γι'αυτό πρέπει να απαλλάξει το μυαλό του από οτιδήποτε θα μπορούσε να το βαρύνει."

"Η δουλειά μου συνίσταται στο να εμποτίζομαι από τα πράγματα. Και έπειτα βγαίνει αυτό που κάνω."

"Λέω στον εαυτό μου ότι για να απολαύσει περισσότερο θα ήταν φρόνιμο να στερηθεί.Είναι καλό να αρχίζει κανείς από την απάρνηση, να επιβάλλει πότε πότε στον εαυτό του μία κούρα αποχής. Ο Τέρνερ ζούσε σε ένα υπόγειο.Κάθε οκτώ μέρες άνοιγε απότομα τα παραθυρόφυλλα και τότε με τι σφρίγος, τι θάμπωμα, τι λάμψη ερχόταν αντιμέτωπο το βλέμμα του."

Tuesday, June 9, 2009

Northern sunset.

Μια παραλία μακριά από όλα. Η ώρα είναι περασμένες 7 και η παραλία αυτή μπορεί να σε χορτάσει. Έχει μια λεπτή λωρίδα από βότσαλα και πολλά ξεβρασμένα φύκια. Και κόκκινα βράχια περίπου 5 7 μέτρα ψηλά, ένα σκληρό κόκκινο βραχώδες χώμα. Είναι καλά κρυμμένη και αραιά σπίτια φαίνονται πάνω από τους κόκκινους βράχους. Το νερό κρυστάλλινο προχωρείς μέσα από μια λωρίδα ανάμεσα σε βραχάκια καλλυμένα από φύκια και μετά απλώνεται ατέλειωτη άμμος. Στα δεξιά φαίνεται μέχρι η τουρκική Αίνος όταν έχει διαύγεια. Κάποιες βάρκες βαθειά ακούγονται σ'αυτό το ακύμαντο λάδι. Μπροστά και πάνω από τα κόκκινα βράχια παίζεται το υπερθέαμα των χρωμάτων. Κόκκινο, ιώδες πορτοκαλί και αραιά σύννεφα. Ετοιμάζεται η νύχτα. Βρίσκεσαι μέρα στο κρύο νερό λουσμένος σ'ένα χρώμα που είναι όλη η παιδική σου ηλικία, όλα τα απογέματα του μεγάλου καλοκαιριού κοντά στη θάλασσα. Στα οποία έρχεσαι και επανέρχεσαι κάθε φορά, με την παραμικρότερη αφορμή, πάντα για λίγο.
Λούζεσαι στο αραιό φως που από κάθε πλευρά μέσα στο νερό έρχεται με άλλο χρώμα.
Βομβαρδισμός από φωτόνια. Με τι απόχη να τα πιάσεις? Πως δεν τρελάθηκε ο Ματίς? Ξαφνικά ο ήλιος έχει κοκκινίσει αρκετά και είναι σαν να καίει την παρυφή των κόκκινων βράχων. Η θάλασσα είναι λάδι. Σκέφτεσαι να κάνεις μπάνιο σε λίμνη στο μικρό Φιλανδικό καλοκαίρι, τα οργασμικά χρώματα που κρατούν μια στιγμή, μια μικρή εποχή του χρόνου για να γίνουν στο τέλος άτονα και χλωμά. Ή είσαι δήθεν στις ακτές της Κορνουάλης στο μυθιστόρημα της Βιρτζίνια Γουλφ " Στο φάρο" που παιδιά τρέχουν σε ερημους πράσινους βράχους και κάθε εικόνα σημαίνει μια άλλη, και όλα είναι αραιοκατοικημένα. Είναι δύσκολο να περιγράψεις την παραλία τελικά περασμένες εφτά. Είναι η παραλία στην οποία επιστρέφεις σαν παιδί, η παραλία είσαι εσύ.
Ο ήλιος έπεσε, αλλά μένουν χρώματα παντού, στο βάθος μια βάρκα επιστρέφει. Η ζωή συνεχίζεται, θα ρθει το βράδυ. Στην παραλία αυτή σιωπηλά με το βρεγμένο κεφάλι και τα αλαλάζοντα πόδια για να επιπλεύσεις ο χρόνος σταματάει.
Θα επιστρέφεις. Περιοδικά, και για πάντα.